πολυάνθου

πολυάνθου
πολύανθος
masc/fem/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Τρίκορφο — Oνομασία 6 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 480 μ.), στην πρώην επαρχία Δωρίδας, του νομού Φωκίδας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (16 τ. χλμ.). 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ.), στην πρώην επαρχία Κομοτηνής, του νομού Ροδόπης.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”